ὀφιούχου

ὀφιούχου
ὀφιοῦχος
Ophiuchus
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • σκορπιός — I (Αστρον.). Αστερισμός που βρίσκεται στο νότιο ημισφαίριο, ανάμεσα στο Ζυγό και στον Τοξότη. Αποτελείται από πολλά λαμπρά αστέρια, δεύτερου και τρίτου κυρίως μεγέθους, το σύνολο των οποίων σχηματίζει το σχήμα του σκορπιού. Το λαμπρότερο απ’ αυτά …   Dictionary of Greek

  • αστέρες — Ουράνια σώματα, που γίνονται ορατά από το φως που εκπέμπουν. Οι α., αντίθετα με τους πλανήτες που γίνονται ορατοί από το φως που ανακλούν, λέγονται και απλανείς, επειδή φαινομενικά μένουν ακίνητοι στον ουράνιο θόλο. Εξαιτίας της τεράστιας… …   Dictionary of Greek

  • Ηρακλής — I Μυθολογικός ήρωας. Η φήμη του κάλυπτε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο· θεωρείται ενσάρκωση της ίδιας της ιδέας του ήρωα. Στον Η. πραγματικά συγκεντρώνονται όλα τα χαρακτηριστικά (μυθικά και πολιτιστικά) της ηρωικής υπόστασης: θεϊκή γέννηση, ανατροφή …   Dictionary of Greek

  • ιδιοκίνηση — (Αστρον.). Η φαινόμενη γωνιακή μετατόπιση ανά χρόνο ενός αστέρα πάνω στην ουράνια σφαίρα, δηλαδή η κίνηση του αστέρα προς μια διεύθυνση κάθετη προς τη γραμμή όρασης. Η κίνηση αυτή οφείλεται τόσο στην πραγματική κίνηση του αστέρα στο διάστημα όσο… …   Dictionary of Greek

  • Κάρναβος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν βασιλιάς των Γετών, ο οποίος υποδέχτηκε τον Τριπτόλεμο, όταν τον έστειλε η Δήμητρα για να διαδώσει την καλλιέργεια των δημητριακών. Αφού έμαθε ο ίδιος την τέχνη, ο Κ. σκότωσε έναν από τους δράκοντες του άρματος του… …   Dictionary of Greek

  • Μπάρναρντ, Έντουαρντ Έμερσον — (Edward Emerson Barnard, Νάσβιλ, Τενεσί 1857 – Γουίλιαμς Μπεν, Γουισκόνσιν 1923). Αμερικανός αστρονόμος. Αρχικά υπήρξε ερασιτέχνης αστρονόμος, αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ και μετά εργάστηκε στο αστεροσκοπείο Λικ στο όρος Χάμιλτον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”